Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2009

Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών




Η πιο περίπλοκη πλευρά του θέματος ήταν, εν τέλει, τα αντικείμενα.
Πράγματα που έπρεπε να μαζευτούν στο όριο της εξαντλήσεως του όποιου διαθέσιμου χρόνου, διεκδικώντας μια περισσότερο ή λιγότερο τρομακτική εκδοχή πιθανής χρησιμότητας (παραπεμπτικά, εσώρουχα, το βιβλιάριο υγείας, το κουτί της αντιβίωσης με το ανεπίδεκτο αποστηθίσεως όνομα, το σπρέι των εισπνοών για το ενδεχόμενο μιας καθ’οδόν επιδείνωσης), ανάκατα, μέσα σε κακόγουστες τσάντες που επιστρατεύονταν εκτάκτως, ατάκτως ερριμμένα στο πορτ-μπαγκάζ υπό το κράτος της γενικής αναστάτωσης, μισή περίπου ώρα προ της πανηγυρικής επελάσεως του νέου έτους, με το συγκεχυμένο σάουντρακ των τελευταίων υπενθυμίσεων όσων θα έμεναν στο σπίτι, το χαρτί του φρουραρχείου το πήρες, την ακτινογραφία μην ξεχάσετε, το πορτοφόλι σου, φράσεις που προσπαθούσαν μάταια να τρυπώσουν στο αυτοκίνητο ενώ οι πόρτες έκλειναν ήδη με το βρόντο του πανικού, εναερίως διαμελίζοντας ρήματα και ανώφελα σημεία στίξεως.
Υπήρχαν, ασφαλώς, οι εσωτερικές παραινέσεις προς εαυτόν, να θυμηθώ, να θυμάμαι, (όσα θα έπρεπε σύντομα να ειπωθούν, τις ώρες λήψης των διαφόρων φαρμάκων, την αλλεργία στην ασπιρίνη, τα ιλιγγιώδη ύψη του υδράργυρου), να μην ξεχάσω, να μην ξεχάσω, να μην ξεχάσω, να μην τα πω λάθος, να μην τρέμω, πρωτίστως, να μην καταρρεύσω.
Προς αυτήν την κατεύθυνση, το αμφιβόλου προελεύσεως ουίσκι, κατεβασμένο μονορούφι μισό λεπτό πριν από την έξοδο, κατά κάποιο τρόπο βοηθούσε. Έπρεπε να είχα βάλει δύο.
Από το αυτοκίνητο φαίνονταν τα πυροτεχνήματα. Να μην ξεχάσω, να μην τα μπλέξω, πρωτίστως, να μην τρέμω.
Πέρασαν με τέσσερα κόκκινα.
Έπρεπε να είχα βάλει δύο.
Τέσσερα λεπτά μετά τα μεσάνυχτα, θα έτρεμε τελικά, ωστόσο δεν θα ξεχνούσε. Θα ενημέρωνε τον αιφνιδιασμένο γιατρό της εφημερίας με τερατώδη ακρίβεια, καταφέρνοντας να ακουστεί πάνω από τα ελαφρολαϊκά που σηματοδοτούσαν, παρά την ιδιαιτερότητα του χώρου, την αλλαγή του χρόνου, παραμερίζοντας τις μακιγιαρισμένες νοσοκόμες που εύχονταν θορυβωδώς στα κινητά τους καλή χρονιά σε ξαδέρφες, γκόμενους και μανάδες, θα παρέδιδε σωστά όλα τα απαραίτητα ιατρικού και γραφειοκρατικού ενδιαφέροντος έγγραφα, θ’ απαγκιστρωνόταν αξιοπρεπώς από το χακί μπουφάν όταν ο γιατρός τής έλεγε πρέπει να περάσετε έξω.
Πρωτίστως, δεν θα κατέρρεε.
Και θα περίμενε υπομονετικά στο διάδρομο κάτι λιγότερο από μιαν αιωνιότητα, παρέα πάντοτε με τα άγαρμπα πακεταρισμένα αντικείμενα, τα μισά εκ των οποίων θα μάθαινε αργότερα πως δεν προβλέπονται, νιώθοντας με τετραπλασιασμένες εντάσεις τους ορούς και τις σύριγγες που τρυπούσαν τους λευκούς βραχίονες έναν διάδρομο πιο μέσα, τη δυσλειτουργία των πνευμόνων, το παραλήρημα του πυρετού σ’ ένα σώμα που, για λόγους εντελώς τεχνικούς, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί κατά κυριολεξία δικό της.
Ευτυχώς δεν είχε ακόμη συνειδητοποιήσει πως, ελλείψει νομικού δεσμού γάμου, δεν θα μπορούσε καν να πει είναι ο άντρας μου.

3 σχόλια:

just me είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
just me είπε...

Περαστικά του και... περασμένα ξεχασμένα, καλή μου!
(παρεμπιπτόντως_ και αχρείαστος ας είναι ο έπαινος_ μια χαρά φαίνεται ότι διαχειρίστηκες την κρίση!)
:)
Kαλή χρονιά με υγεία σε σένα και στον άντρα σου.

stassa είπε...

Ρε σύ, περαστικά σου! Περαστικά σας δηλαδή. Ώχου...!